Υπό τις επικρατούσες σήμερα συνθήκες, η αδυναμία ανταπόκρισης των καταναλωτών στις δανειακές υποχρεώσεις τους απέναντι κυρίως στις τράπεζες, έχει επεκταθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, έχοντας σοβαρότατες επιπτώσεις στα νοικοκυριά αλλά και στην κοινωνική συνοχή. Περιθωριοποιεί οικογένειες, προκαλεί προβλήματα υγείας και διαταράσσει τόσο την καθημερινή τους ζωή όσο και την κοινωνική τους υπόσταση.
Καθώς πλήθος συμπολιτών μας έχει φτάσει στο ακραίο σημείο, να μη διαθέτει χρήματα για την κάλυψη βασικών αναγκών διαβίωσης, η Πολιτεία θεσμοθέτησε νομική πρόβλεψη για τη ρύθμιση των οφειλών των νοικοκυριών, ώστε να προσφέρει, όπου είναι δυνατό, ανακούφιση από την πίεση των τραπεζών και τις βαρύτατα αρνητικές συνέπειες της υπερχρέωσης.
Πρόκειται για τον Νόμο 3869/2010, όπως ισχύει με τις τροποποιήσεις που έχει υποστεί έως σήμερα, ο οποίος με την εφαρμογή του, έχει ήδη οδηγήσει στην ευνοϊκή ρύθμιση οφειλών χιλιάδων υπερχρεωμένων νοικοκυριών.
ΒΑΣΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Στις διατάξεις του νόμου, υπάγεται κάθε φυσικό πρόσωπο, ιδιώτης ή επαγγελματίας, με εξαίρεση εκείνους που έχουν εμπορική ιδιότητα, το οποίο έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των οφειλών του. Είναι σωστότερο, η κατοχή ή όχι της εμπορικής ιδιότητας να κρίνεται κατά περίπτωση, έτσι ώστε να υπάγονται στις διατάξεις του νόμου μικροέμποροι, των οποίων η εργασία στηρίζεται περισσότερο στη σωματική τους καταπόνηση και την άσκηση χειρονακτικής εργασίας παρά στην εμπορία.
Κάθε πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να υπαχθεί στις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου, με απόφαση Ειρηνοδικείου μόνο μία φορά.
Στις διατάξεις του νόμου, υπάγονται όλες οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς ιδιώτες (και όχι μόνο αυτές προς τις τράπεζες). Υπάγονται επίσης:
α. οι βεβαιωμένες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση,
β. οι βεβαιωμένες οφειλές προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α’ και β΄ βαθμού και τα νομικά πρόσωπα αυτών, γ. οι ασφαλιστικές οφειλές προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Εξαιρούνται από τις πιο πάνω ρυθμίσεις, οφειλές που:
α. έχουν αναληφθεί ή βεβαιωθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης στο Ειρηνοδικείο,
β. προέκυψαν από αδίκημα που τελέστηκε από τον οφειλέτη με δόλο ή βαριά αμέλεια,
γ. συνίστανται σε διοικητικά πρόστιμα ή χρηματικές ποινές,
δ. αφορούν στην υποχρέωση διατροφής συζύγου ή ανήλικου τέκνου.
Πριν την υποβολή της αίτησης στο Ειρηνοδικείο της κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του οφειλέτη, τα μέρη δύνανται να προσφύγουν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Στο πλαίσιο του προδικαστικού συμβιβασμού, ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να ζητά τη συνδρομή του Συνηγόρου του Καταναλωτή, άλλης καταναλωτικής ένωσης εγγεγραμμένης στο μητρώο ενώσεων καταναλωτών, της Επιτροπής Φιλικού Διακανονισμού, του Μεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών ή δικηγόρου. Στην περίπτωση αποτυχίας της απόπειρας του εξωδικαστικού συμβιβασμού, συντάσσεται πρακτικό αποτυχίας και μπορεί ο οφειλέτης να υποβάλει αίτηση στο κατά τόπον αρμόδιο Ειρηνοδικείο, καταθέτοντας το πρακτικό αποτυχίας της διαμεσολάβησης.
Πρέπει να τονιστεί ότι είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις επιτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, με αποτέλεσμα το σύνολο σχεδόν των περιπτώσεων να καταλήγει στην εκδίκαση της υπόθεσης στο Ειρηνοδικείο.
Η αίτηση που κατατίθεται στο Ειρηνοδικείο από τον οφειλέτη πρέπει να συνοδεύεται από:
- βεβαιώσεις οφειλών από τους πιστωτές, οι οποίοι υποχρεούνται εντός δέκα εργασίμων ημερών από την υποβολή αίτησης του οφειλέτη να του χορηγήσουν αναλυτική κατάσταση των οφειλών του,
- τα απαραίτητα έγγραφα τα οποία αφορούν στην περιουσία του, τα εισοδήματά του ιδίου και του συζύγου του και τα πάσης φύσεως εισοδήματά του,
- τα απαραίτητα έγγραφα τα οποία αφορούν στους πιστωτές και στις απαιτήσεις τους.
Η γραμματεία του αρμόδιου Ειρηνοδικείου, προβαίνει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και το αργότερο εντός δύο εργασίμων ημερών από την παραλαβή της, στον τυπικό έλεγχο αυτής, όσον αφορά την πληρότητα του περιεχόμενου της και των εγγράφων που τη συνοδεύουν.