Ελαττωματικό θεωρείται ένα προϊόν, όταν έχει πραγματικό ελάττωμα ή δεν έχει τις «συμφωνημένες ιδιότητες» δηλαδή τις πληροφορίες, σχετικά με τα χαρακτηριστικά του προϊόντος . Συμφωνημένες ή συνομολογημένες ιδιότητες: όταν αγοράζουμε ένα αντικείμενο, ο πωλητής μας το περιέγραψε ή μας ανέφερε συγκεκριμένες λειτουργίες του ή το διαφήμισε με οποιονδήποτε τρόπο. Αυτές οι πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά του προϊόντος θεωρούνται «συμφωνημένες ιδιότητες».
Ως εκ τούτου «ελαττωματικό», χαρακτηρίζεται ένα προϊόν όταν δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση και συγκεκριμένα όταν:
- Δεν ανταποκρίνεται στην περιγραφή που έγινε από τον πωλητή ή στο δείγμα ή στο υπόδειγμα που έχει παρουσιάσει ο πωλητής.
- Δεν είναι κατάλληλο για το σκοπό της συγκεκριμένης σύμβασης.
- Δεν είναι κατάλληλο για τη χρήση για την οποία προορίζονται συνήθως πράγματα της ίδιας κατηγορίας.
- Δεν έχει την ποιότητα και την απόδοση που ο αγοραστής ευλόγως προσδοκά από πράγματα της ίδιας κατηγορίας.
Σε περίπτωση που αγοράσατε προϊόν το οποίο αποδείχθηκε ελαττωματικό, πρέπει να επισκεφθείτε το κατάστημα αγοράς και να ζητήσετε να επανορθώσουν το ελάττωμα, υποχρέωση που προκύπτει από τη σύμβαση πώλησης του προϊόντος. Η μετακύλιση της ευθύνης από τον πωλητή στον κατασκευαστή του προϊόντος, με την αιτιολογία ότι ο τελευταίος παρέχει την εγγύηση, είναι παράνομη, διότι ο νόμος επιβάλλει στον έμπορο – πωλητή την ανάληψη της ευθύνης για κάθε ελάττωμα του πωληθέντος προϊόντος.
Ο καταναλωτής, σε περίπτωση αγοράς ελαττωματικού προϊόντος, για το ελάττωμα του οποίου ευθύνεται ο πωλητής, έχει δικαίωμα εναλλακτικά:
- να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του, τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο,
- να μειώσει το τίμημα,
- να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση.
Επομένως, μετά την αγορά προϊόντος που αποδεικνύεται ελαττωματικό, επισκεπτόμαστε τον πωλητή και ζητάμε τη διόρθωσή του αν είναι δυνατόν ή την αντικατάστασή του με άλλο όμοιο. Σε περίπτωση που ο πωλητής αρνείται την αντικατάσταση, έχουμε τη δυνατότητα να απαιτήσουμε να μας επιστρέψει ένα τμήμα από τα χρήματα που καταβάλαμε, ώστε η νέα αξία να ανταποκρίνεται στο ελαττωματικό προϊόν. Στην περίπτωση που δεν επιθυμούμε να κρατήσουμε το ελαττωματικό προϊόν, μπορούμε να ασκήσουμε το λεγόμενο «δικαίωμα υπαναχώρησης» από τη σύμβαση. Αυτό σημαίνει πως μπορούμε να επιστρέψουμε το προϊόν, απαιτώντας ταυτόχρονα την επιστροφή των χρημάτων που έχουμε καταβάλει για την αγορά του. Μπορούμε να ασκήσουμε κατ΄ επιλογή μας, όποιο από τα παραπάνω δικαιώματα επιθυμούμε. Ωστόσο, θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, καθώς δε θα πρέπει να ασκούμε τα δικαιώματά μας με καταχρηστικό τρόπο και θα πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να βρούμε συμβιβαστική λύση με τον εκάστοτε πωλητή και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες κάθε φορά συνθήκες. Για την άσκηση των παραπάνω δικαιωμάτων, παρέχεται από τον νόμο προθεσμία 2 ετών, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πληροφορία μας δώσει ο πωλητής, η οποία μπορεί να είναι και παραπλανητική (π.χ. δικαίωμα επιστροφής προϊόντος εντός 14 ημερών, προθεσμία η οποία δεν αφορά ελαττωματικά προϊόντα)!