Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας, 3 στα 4 ηλεκτρονικά καταστήματα δεν πληρούσαν τις βασικές προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος για την προστασία του καταναλωτή.
Εκτενείς τροποποιήσεις στο Νόμο για την προστασία των καταναλωτών (Ν. 2251/1994) περιλαμβάνει το πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες στη Βουλή.
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, στην Ελλάδα, με βάση τα στοιχεία του ευρωπαϊκού φορέα Ε-commerce Europe, ο κύκλος εργασιών του ηλεκτρονικού εμπορίου εμφανίζει σταθερά ανοδική τάση, δηλαδή αυξήθηκε από τα 3,85 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015 στα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2016, άνοδος η οποία επιβεβαιώνει τόσο την αυξανόμενη εμπιστοσύνη των ελλήνων καταναλωτών στις ηλεκτρονικές αγορές, όσο και τον αυξανόμενο ρυθμό κατάρτισης συμβάσεων ηλεκτρονικού εμπορίου σε όλο και περισσότερες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου.
Πλην όμως, στη χώρα μας, ο βαθμός συμμόρφωσης των ηλεκτρονικών καταστημάτων (e-shops) στη νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή, είναι εξαιρετικά χαμηλός.
Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας (ΕΕΚΕ) τρία στα τέσσερα ηλεκτρονικά καταστήματα δεν πληρούσαν τις βασικές προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος για την προστασία του καταναλωτή, γεγονός που μπορεί να επιβραδύνει την περαιτέρω ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Τονίζεται εν προκειμένω, ότι η ως άνω μη συμμόρφωση δεν έχει ως κίνητρο και στόχο την παραπλάνηση και εξαπάτηση του καταναλωτή, αλλά ενδεχομένως οφείλεται σε νομική αβεβαιότητα.
Αυτή η νομική αβεβαιότητα πιθανόν να ενισχύεται από το γεγονός ότι ο ν. 2251/94, από την ψήφισή του μέχρι σήμερα αποτελεί -κατά ένα μεγάλο μέρος του, μεταφορά στο εθνικό μας δίκαιο ευρωπαϊκών οδηγιών (άλλες ελάχιστης και άλλες πλήρους ή μερικώς πλήρους εναρμόνισης, οι οποίες δεν έδιναν τη δυνατότητα -διακριτική ευχέρεια- στον εθνικό νομοθέτη να θεσπίσει αποκλίνοντες κανόνες) με αποτέλεσμα να υποστεί πλήθος αποσπασματικών τροποποιήσεων, με την μορφή της πιστής αντιγραφής των οδηγιών και την παράλληλη εισαγωγή τους στον κορμό του ν. 2251/1994.
Έτι περαιτέρω, η πρακτική της μεταφοράς των ως άνω ευρωπαϊκών οδηγιών στην εθνική έννομη τάξη με τη μορφή υπουργικής απόφασης δυνάμει της νομοθετικής εξουσιοδότησης της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του Ν.2251/1994 με παράλληλη τροποποίηση των διατάξεων του ν. 2251/1994 είχε ως αποτέλεσμα, να μην ακολουθείται η συνήθης νομοπαρασκευαστική και κοινοβουλευτική διαδικασία.
Όλα τα παραπάνω, έχουν ως αποτέλεσμα η νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή να εμπεριέχει αλληλοεπικαλύψεις, με διατάξεις οι οποίες εισάγονται χωρίς την επιμέρους κατάργηση άλλων, και αντικρουόμενους ορισμούς, οι οποίοι οδηγούν τελικά σε ανασφάλεια δικαίου και αποδυναμώνουν την επιθυμητή προστασία για τον καταναλωτή.
Έτσι, οδηγούμαστε στο εξής -παράδοξο – σχήμα: για παράδειγμα ένας δικηγόρος μπορεί σήμερα να είναι καταναλωτής με τον γενικό ορισμό και μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα του άρθρου 5 δεν είναι όμως καταναλωτής για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4Θ, δηλ. τις από απόσταση συμβάσεις χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Αντίστοιχα δικηγόρος που συνάπτει μια σύμβαση στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας θα είναι καταναλωτής κατά την έννοια του αρ. 1 παρ. 4, ενώ ο ίδιος δεν θα είναι εάν συνάψει την ίδια σύμβαση από απόσταση. Επίσης, το άρθρο 9α έχει πάλι ειδικότερο ορισμό και κατά συνέπεια εάν κάποιος είναι καταναλωτής και θύμα συγκριτικής διαφήμισης, στο μέτρο που αποτελεί αυτή αθέμιτη πρακτική κατά το άρθρο 9α το εν λόγω πρόσωπο μπορεί να μην είναι καταναλωτής.
Αντίστοιχα, οι προμηθευτές πολλές φορές δεν είναι σε θέση να διαπιστώσουν, ποιοι κανόνες βρίσκονται σε ισχύ και ποιοι έχουν καταργηθεί, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να συμμορφωθούν στις υποχρεώσεις τους. Τα ανωτέρω δυσχεραίνουν και την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, το οποίο βασίζεται σε αυτοματοποιημένες διαδικασίες κατά τη σύναψη ηλεκτρονικών συμβάσεων πώλησης ή το σχεδιασμό των όρων και προϋποθέσεων σε μια ηλεκτρονική σελίδα, με αποτέλεσμα να μην ενισχύεται η εμπιστοσύνη των καταναλωτών στις ηλεκτρονικές αγορές.
Περαιτέρω, τίθενται στον ν.2251/1994, αυστηρότερες υποχρεώσεις για τους Έλληνες προμηθευτές (όπως η υποχρέωση του πωλητή να παρέχει εμπορική εγγύηση η οποία συνοδεύει ένα προϊόν, χωρίς να έχει παρασχεθεί τέτοια από τον παραγωγό του προϊόντος), οι οποίες είναι περισσότερο επιβαρυντικές σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η δυνατότητα των εγχώριων επιχειρήσεων να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά. Επιπλέον, οι Έλληνες προμηθευτές δεδομένου ότι δεν μπορούν να συμμορφωθούν με υποχρεώσεις οι οποίες είναι υπέρμετρα επιβαρυντικές, δεν είναι σε θέση τελικά να ικανοποιήσουν τον καταναλωτή και δημιουργούνται έτσι περισσότερες συγκρούσεις μεταξύ τους.
Αυτό που επιχειρείται με το Κεφάλαιο Α’ του νομοσχέδιου, είναι πρωτίστως η απλούστευση, ο εξορθολογισμός και η ενιαιοποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας που διέπει σήμερα την προστασία των καταναλωτών, με στόχο να εκλείψει η υπάρχουσα αβεβαιότητα δικαίου, να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στους εγχώριους με τους ξένους παρόχους και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών στις online αγορές.
Επιπλέον, με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, το οποίο πρόκειται να αποτελέσει το νέο θεσμικό πλαίσιο για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών, επιδιώκεται -σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν. 4048/2012 (Α’ 34) για τη καλή νομοθέτηση- μεταξύ άλλων και η επικαιροποίηση – αποκάθαρση της υφιστάμενης νομοθεσίας, κατά τρόπο ώστε οι εναπομένοντες κανόνες να είναι ορθοί, λειτουργικοί περισσότερο εύληπτοι και προσιτοί.
Στο σχέδιο νόμο τέλος, περιλαμβάνεται η παροχή εξουσιοδότησης στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, να εκδίδει με απόφασή του, ενιαίο κωδικοποιημένο κείμενο με τη μορφή συγκέντρωσης όλων των διατάξεων, νομοθετικού ή κανονιστικού χαρακτήρα, όπως κάθε φορά ισχύουν.
Οι διατάξεις του ν.2251/1994 χωρίζονται σε εννέα μέρη, ενώ διατηρείται η αρίθμηση των άρθρων ως είχε, προς αποφυγή συγχύσεων στους πολίτες, στη Διοίκηση και στα Δικαστήρια, αφού ως επί το πλείστον δεν εισάγονται νέες διατάξεις και ρυθμίσεις αλλά αναμορφώνεται το ήδη υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο.